Grazia Fulciniti e Costantino Nikas

TRADUZIONI DI GRAZIA FULCINITI E COSTANTINO NIKAS IN GRECO MODERNO DI MIE POESIE EDITE SULL’ELLADE

L’ELLADE NELL’ANIMA

da Giacomo Garzya, “Solaria”, Napoli 1998, in Giacomo Garzya, “Poesie” (1998-2010), con prefazione di Luigi Mascilli Migliorini, Napoli 2011, M. D’Auria Editore

Μεθώνη

Ένα ονειρικό όραμα ξυπνάει τη μνήμη εκεί στο νότο του Μωριά με περιμένει η Μεθώνη. Όμορφη Μεθώνη, φρούριο της Βενετίας κομπάζεις επιβλητική στη θάλασσα άμμος σχεδόν άχρωμη και διατηρείς την αίσθηση του χρόνου που πέρασε εκείνου του ένδοξου του Άργους, των Μυκηνών, της Τιρύνθου. Μεθώνη περήφανη, του Αγίου Μάρκου φύλακα, κράτησες μακριά τις επιθέσεις του αλαζόνα τσύρκου, συνεχίζοντας τη δόξα της Πύλου του Νέστορα, της Σπάρτης και τον Μυστρά, της Ολυμπίας της αγριλιάς.

METHÒNI

Una visione onirica risveglia il ricordo, laggiù in Morea, Methòni mi attende. Methòni la bella, di Venezia fortezza ostenti incombente sul mare rena quasi incolore e conservi il sapore del tempo andato, quello glorioso di Argo, Micene e Tirinto. Methòni superba di San Marco la guardia, a bada tenesti l’offesa del turco spavaldo, perpetuando i fasti della Pilo di Nestore, di Sparta e Mistrà, d’Olimpia l’oleastro.

Napoli, 18 dicembre 1993

(trad. di Costantino Nikas)

Δέλφοι

Συ, Φωκίδα στολισμένη από απειράριθμες στρεβλωτές ελιές κάποτε στο βάθος του χρόνου καλοδέχτηκες το μαντείο των Δελφών. Στο ναό του Απόλλωνα τον υποβλητικά φοτώλουστο τον ομφαλό έψαξα όμως τον κάμπο κάτω τον ελαιώνα των ανθεκτικών ελιών στον άνεμο της θάλασσας βρήκα. Κοιτάζοντας ξανά στον ίσκιο του Παρνασσού τα αιώνια μνημεία τον ομφαλό του κόσμου μάταια φαντάστηκα με τον ίδιο βασανισμό εκείνου που ενώ αγαπάει δεν βρίσκει ανταπόκριση.

DELFI

Focide di contorti ulivi a milioni ornata un tempo lontano accogliesti l’oracolo a Delfi. Nell’apollineo santuario di suggestioni dorato l’omphalòs ho cercato, ma la sottostante piana d’ulivi, d’ulivi coriacei al vento del mare ho trovato. Riguardando all’ombra del Parnaso le rovine eteree l’ombelico del mondo ho invano immaginato con lo stesso tormento di colui che pur amando non viene contraccambiato.

Napoli, 25 dicembre 1993

(trad. di Costantino Nikas)

Μαραθώνας

Μικρός λόφος πράσινος Από δάφνη και μύρτο, στητός απέναντι στη θάλασσα του ευβοϊκού, θυμίζεις την ανίκητη φάλαγγα των οπλιτών που ο Μιλτιάδης οδήγησε στην παραλία ενάντια στην υπεροψία του αχεμενίδη Δαρείου. Μαραθώνα, νίκη φτερωτή, πράσινε από δάφνη και μύρτου, έδωσες την ώθηση στα πρωτεία ενός πολιτισμού και παραμένεις έμβλημα ενός κόσμου που θέλησε να διαφυλάξει τις ιερές ελευθερίες του.

MARATONA

Collinetta verde di lauro e mirto, che ti ergi di fronte all’euboico mare, evochi l’invincibile falange oplitica che Milziade sulla spiaggia trascinò contro l’arroganza dell’ achemenide Dario. Maratona Nike alata, verde di lauro e mirto, hai dato l’abbrivio al primato di una civiltà e emblema rimani di un mondo che serbare ha voluto le sue sacre libertà.

Napoli, 27 dicembre 1993

(trad. di Costantino Nikas)

Μάνη

Δύναμη, ένα πηγάδι, ένας πύργος δάκρια ευφορίας Μάνη δεσπόζεις. Σπάνια δάκρια βαθειά σφραγίδα κρύβεις . Μόνον έτσι σφυριλατείς τον πυρακτωμένο χαρακτήρα σου τον δωρικό.

MÁNI

Spoglio, un pozzo, una torre lacrime fertili Mani vagheggi. Lacrime rare profondo calcare nascondi. Solo così riarso tempri il carattere, quello dorico intendo.

Napoli, 12 giugno 1998

(trad. di Costantino Nikas)

Καρδαμύλη

Αναπνοή, απουσία, αεράκι το τύμπανο της ζωής κτυπά στον μικρό κόλπο με κυπαρίσσια γύρω του νότες αγάπης κτυπά στον σπασμωδικό θόρυβο της πλατείας. Κι εσύ, Σπυρίδωνα, μπροστά στην αρχαία χαράδρα, έναν κόσμον που δεν υπάρχει πια διανέμεις. Αναπνοή, απουσία, αεράκι το τύμπανο της ζωής κτυπά ο,τιπάει.

KARDAMYLI

Alito, assenza, brezza il tamburo della vita batte nella baietta di cipressi cinta note d’amore batte contro il rumore spasmodico della piazza. E tu Spyridion, avanti l’antica gola, un mondo che non è più dispensi. Alito, assenza, brezza il tamburo del tempo batte, quello che va.

Napoli, 30 giugno 1998

(trad. di Grazia Fulciniti)

Μονεμβασιά

Αν συ περαστικέ ταξιδιώτη βορειοανατολικό σφύριγμα ακούς τον αέρα και τη θάλασσα να σπάζει ψηλά ανά τα βράχια βλέπεις στη Μονεμβασιά μια πόρτα σκέφτεσαι. Διάφανος ο ουρανός διαφανής η ψυχή τα άστρα τη μοίρα σου κινούν προς άγνωστη κατεύθυνση κινούν σήμερα. Όμως κάποτε προς τα Κύθηρα και τη Δύση προς την Κρήτη και την Ανατολή προς την Αθήνα και τη σοφία, συ, Μονεμβασιά στον ταξιδιώτη ήσουν φως και οδηγός.

MONEMVASIA

Se tu viandante di passaggio sibilo di Nord Est ascolti e il mare infrangersi dalle rovine in alto guardi a Malvasia una porta pensi. Trasparente il cielo trasparente l’anima le stelle il tuo destino muovono verso rotta incognita oggi muovono. Ma un tempo, verso Cerigo e l’Occidente verso Creta e l’Oriente verso Atene e la sapienza, tu Malvasia al viandante eri luce e guida.

Napoli, 16 luglio 1998

(trad. di Costantino Nikas)

Θέατρο

Στην ακρόπολη της Αθήνας στους Δελφούς η στο Άργος στο λόφο του Τεμενίτης η πάνω από τη Νάξο, δεν πειράζει θέατρο της ζωής θέατρο μιας κακιάς τύχης θέατρο θέατρο των απατεώνων τραγωδία φάρσα θέατρο πολύ θέατρο. θέατρο, τίποτε άλλο.

TEATRO

Sull’Acropoli di Atena, a Delfi o Argo, sul colle di Temenite o sopra Naxos, non importa teatro di vita teatro di mala ventura teatro teatro di tartufi tragedia farsa teatro tanto teatro.

Napoli, 3 agosto 1998

(trad. di Grazia Fulciniti)

F/B LISSOS ΤΗΣ ΑΝΕΚ

Ψηλά από τη γέφυρα προς την πρύμνη, απόστιλπνή πέτρα η Ακρόπολη και ο Ναός λάμπουν. Πιο πέρα πράσινος ο Λυκαβηττός προστατεύει. Στο διάχυτο λευκό φως της σελήνης όμορφες βάρκες καμαρώνουν. Στο βάθος πέρα το ακρωτήρι του Σουνίου διαφαίνεται. Γαλήνη λάδι, μικρή πνοή σαν λάδι τηγανιτής μαρίδας , η θάλασσα ανάμεσα Αθήνας, Πειραιά και Χανίων, τσιτσιρίζει. Ό Σείριος πλαγιά στον ορίζοντα μετά σιγά σιγά πιο ψηλά, ανταύγειες ασημένιες, γιρλάντες φωτών παρατηρεί και καμιά αστραπή εδώ κι εκεί. Αρχαία κατεύθυνση ανοίγει η καρίνα αδυσώπητα κόβει τα κύματα χωρίς εμπόδια πάει προς τα Χανιά της Κρήτης προχωρεί. Lissos, luna, άστρο φωτεινό στη βαθειά νύχτα τριπλή ομόφωνη κίνηση. Κι εμείς ξύπνιοι, θαυμάζουμε, πηγαίνουμε.

F/B LISSOS DELL’ANEK LINES

Dall’alto ponte a poppa, di nitida pietra Acropoli e Tempio rilucono. A un passo, il verde Licabetto protegge. Al chiaror della luna scialuppe da cento fan bella figura. In fondo alla vista, Capo Sunion sfuma. Calma piatta, filo di brezza, come olio per fritto di paranza, il mare tra Atene il Pireo e Chania, sfrigola, Sirio china all’orizzonte poi via via più alta, riflessi argentei, ghirlande di luci contempla e qualche bagliore qua e là. Rotta antica solca la chiglia, inesorabile taglia le onde, senza ostacoli va, verso Chania di Creta va. Lissos, luna, stella lucente, nella notte piena triplice moto all’unisono. E noi, si veglia, si mira, si vaga.

Pireo – Chania, 5-6 agosto 1998

(trad. di Costantino Nikas)

F/B Β. ΚΟΡΝΑΡΟΣ

Πάμε στην Κάσσο στην Κάρπαθο. Ωκεανοί τα κύματα σπάζουν στην καρίνα. Η θάλασσα της Κρήτης βράζει από το δυνατό Μελτέμι. Σαν άσπρο γλάρος ραμφίζει την πλώρη. Ο αιθέρας είναι καθαρός κι εμείς γελάμε ευτυχισμένοι.

F/B V. KORNAROS DELLA LANE LINES

Si va a Kassos a Kàrpathos. Oceani di onde si frangono sulla carena. Il mare di Creta ribolle per l’aspro Meltemi. Come bianco gabbiano beccheggia la, prora. Il mondo è terso. E noi, si ride contenti.

Sitìa – Kàrpathos, 8 agosto 1998

(trad. di Costantino Nikas)

Λευκός Καρπάθου

Σαν κάτω από το απότομο Κάμπι της Ζακύνθου, ψίχουλα λευκού ασβεστόλιθου παίζουν στους κόλπους του Λεύκουγαλανόλευκου. Παίζουνε με την οπισθόρμησι των κυμάτων, αλλ΄ όταν η θάλασσα δυνατά αγριέυει, από μεταξοτά πέταλαέχει ένας χορός. Συντριβή κυμάτων μην κοιτάς μακριά από Καλή Λίμνη πού περήφανα αρπατικά πουλιά ανά δύο κάνουν κύκλους στον ουρανό. Χτυπάν αληθινοί κεραυνοί ελαφροί σαν θαλασσινός άφρος.

LEFKOS DI KÀRPATHOS

Come sotto Kàmbi scoscesa di Zante, briciole di chiaro calcare giocano nelle baie di Lefkos biancazzurra. Giocano per la risacca, ma quando forte il mare s’increspa, di petali di seta è danza. Fragore d’onde non distogli lo sguardo da Kalì Limni ove fieri rapaci a coppie volteggiano. Veri fulmini in picchiata, leggeri come schiuma marina.

Arkassa, 11 agosto 1998

(trad. di Grazia Fulciniti)

Απέλλα της Καρπάθου

Κριστάλλινο γαλαζοπράσινο μεταβαλλόμενο σμαραγδί όμορφες σειρήνες προσκαλεί το νερό της Απέλλας. Πεύκα απλωμένα πέρα σκιάζουν κάτασπρες παραλίες, όπως οι φοίνικες του Βάη της Κρήτης. Απέναντι στο Βορρά η Ρόδος μεσημβρινή στον καιρό, θαλάσσιος βραχίονας ξεχωρίζει.

APELLA DI KÀRPATHOS

Cristallina turchese cangiante smeralda leggiadre sirene invita l’acqua di Apella. Pini a macchia distesi ombreggiano candide sponde, come le palme di Vai di Creta. Innanzi a Settentrione Rodi meridiana del tempo, braccio di mare separa.

Arkassa, 12 agosto 1998

(trad. di Costantino Nikas)

Λιάκωτο

Φορτωμένος βαρειά τις σκέψεις μου ανεβαίνω απότομες σκάλες και δεν σκέπτομαι. Όταν μυρίζω δενδρολίβανο πονάω από νοσταλγία. Ό τόπος μου είναι ακόμα μακριά

SOLARIA

Intabarrato dai miei pensieri, salgo grevi scale e non penso. Quando odoro il rosmarino ho male di nostalgia. Il mio paese è ancora lontano.

Arkassa, 17 agosto 1998

(trad. di Costantino Nikas)

Διαφάνι της Καρπάθου

Μύγες καφενείου τσιμπάνε τους αστραγάλους. Μια γριούλα ντυμένη στα μαύρα περήφανη καθ’ημάς Ανατολή φλυαρεί. Δωρική είναι η γλώσσα όπως στην άγρια Μάνη Ένας ταξιδιώτης Old England κορδόνια μαλλιά κατεβάζει τζιν τόνικ απελπισμένος. Ένας μοναχός, λευκή γενειάδα, Φρυγικός μάλλινος σκούφος Στο κουδούνισμα ανέμου βυζαντινού κάνει το σταυρό του.

DIAFANI DI KÀRPATHOS

Mosche di kafenìon pizzicano le caviglie. Vecchia paludata di nero fiero oriente greco, ciarla. Dorica è la lingua come nel Mani selvaggio. Viaggiatore Old England capelli di stoppia gin tonic tracanna, disperatamente. Monaco barba bianca berretto frigio di lana allo scampanìo del vento bizantino si segna. Mosche di kafenìon pizzicano tra scacchi e tavli chi aspetta la nave, tra bicchieri di uzo chi cerca l’oblio. Il tempo è fermo a Diafani.

Diafani, 18 agosto 1998

(trad. di Grazia Fulciniti)

Πονεντίνος (δυτικός άνεμος )

Στην ασημένια ακτή στην αντηλιά σαν γρήγοροι καλικάντζαροι θαλάσσια σύννεφα τρέχουν σαν κύματα. Δυνατά σφυρίζει ο Πονεντίνος και είναι ένα θαυμάσιο παιχνίδι από πιτσιλιές.

BUNEDIS

Nel sottocosta argenteo per il controluce, come folletti a scheggia nuvole di mare corrono a fior d’onda. A raffica sibila il Ponentino ed è avvincente gara di spruzzi.

Kàrpathos, 18 agosto 1998

(trad. di Grazia Fulciniti)

Ιδιοτροπίες του Αιγαίου

Δυνατός ο άνεμος σκληρή η γη στρόβιλος το νερό. Μαγικά φώτα από την κορυφή του βουνού κατεβαίνουν για να ενδυναμώσουν τις καρδιές. Το πεισματάρικομελτέμι και η συστροφή του νερού θαμπώνουν τις αισθήσεις, αλλά δεξιά στρίβει ο Τιμονιέρης όλοδεξιά προς το τέρμα.

CAPRICCI DELL’EGEO

Gagliardo il vento dura la terra, come giostra l’acqua. Luci magiche dal pettine della montagna scendono per rinsaldare i cuori. Ostinato Meltemi e caos di gorghi ottundono i sensi, ma vira a dritta il Nocchiero vira a dritta verso la meta.

Napoli, 30 agosto 1998

(trad. di Grazia Fulciniti)

Μελιδόνι Κυθήρων

Τριγύρω άσπρα βράχια χωρίς χρόνο σκληρά εμπόδια της ζωής. Μπροστά θαλάσσιες διαφάνειες και, καθρέφτης των ονείρων, το Αυγό του μύθου. Πίσω ο Άγιος Κοσμάς ανθρώπινη συνείδηση και παραίνεση. Μέσα στην ψυχή η αιώνια απεραντοσύνη ένας κόκκος άμμου.

MELIDONI DI KÍTHIRA

Attorno bianche scogliere senza tempo ostacoli duri della vita. Avanti trasparenze marine e, specchio dei sogni, l’Uovo del mito. Dietro Àghios Kosmàs umana coscienza e monito. Dentro l’anima infinito eterno un granello di sabbia.

Napoli, 5 settembre 1998

(trad. di Costantino Nikas)

 

da Giacomo Garzya, “Maree”, con prefazione di Giuseppe Galasso, Napoli 2001, in Giacomo Garzya, “Poesie” (1998-2010), con prefazione di Luigi Mascilli Migliorini, Napoli 2011, M. D’Auria Editore

Σε κάθε χαμόγελο ένα δώρο

Και σ’ ένα απρόσμενο χαμόγελο φτερωτά θρύψαλα πάνω σε γαλάζια χαρτιά στροβιλίζουν σε λωρίδες σαν πρίσματα πάγου και στα προτεταμένα χέρια ανάμεσα σε λυρικούς σωρούς κάθονται αναπαυτικά σαν δώρο.

A UN SORRISO UN DONO

E a un sorriso inatteso alati frammenti su carte azzurrine turbinano a falde come prismi di ghiaccio e nelle palme protese tra lirici cumuli si adagiano in dono.

Napoli, 24 ottobre 1998

(trad. di Costantino Nikas)

Φθινόπωρο

Σχέση λεπτή έχει το φύλλο με το κλαδί. Στο πρώτο φύσημα πέφτει. Είναι ακριβώς το ίδιο όπως είναι και η ζωή όλων μας , μετέωροι στις ιδιοτροπίες του ανέμου.

AUTUNNO

Tenue legame ha la foglia al ramo. Al primo soffio cade. È tautologico come lo è la vita di tutti noi sospesi nelle fantasie del vento.

Napoli, 16 novembre 1998

(trad. di Costantino Nikas)

Λησμονιά

Κάθε πραγματική καρδιά έχει μέσα της πολύ βαθειά ένα βίαιο διαμάντι για να κόβει. Είναι αυτό που δεν ξέρει και δεν καταφέρνει να συγχωρεί, εξαιτίας ίσως πληγών παλαιών κρούστες στους βράχους σαν απολιθώματα αναίσθητα στοπολυσύνθετο τηςμνήμης.

DIMENTICARE

Ogni vero cuore ha dentro nel più profondo un diamante aggressivo da tagliare. È quello che non sa e non riesce a perdonare, forse per ferite antiche incrostate sulle rocce come fossili insensibili allo sfaccettare della memoria.

Napoli, 27 novembre 1998

(trad. di Costantino Nikas)

Falanga της Ίσκιας

Στο βασίλεμα στη Falanga απαλοί χρωματισμοί κεχριμπαρένιοι γκριζόσκουροι και κοκκινωποί βελουδένιοι κορμοί απ’ τις Ερήμους του Επομέου κατηφορίζουν προς το δάσος κάτω μέχρι τα τείχη πάνω από το Forio. Πολύ καθαρή η ατμόσφαιρα πάνω από τον Άγιο Στέφανο και στο Αρχιπέλαγος , ο ήλιος κάνει να εικονίζονται στις κάθετες παραλίες φανταχτερές αντανακλάσεις. Όμως τώρα είναι η Πόρτα που γοητεύει, εκείνη που απ’ τις ακτές κάνει να πλησιάζουν στο χώρο της σιωπής θροΐσματα στο περιβάλλον της Falanga. Επιβλητική είναι η αψίδα όχι κυκλώπεια μα με πέτρες ηφαιστείου ελαφρές και ανθεκτικές χτισμένες ελληνικά. Ο Tiziano ήλιος στις επιφάνειες, κατάχρηση σε τέτοιο θέαμα πεσμένων φύλλων σε στρώματα όμως ακόμη με ζωηρό χρώμα και ζωντανών θα είχε αποθεώσει τα χρώματά τους. Μούσκλα ξαναγεννημένα από το διαπεραστικός φως πάνω σε υγρά τοιχώματα σχεδιάζουν και σφυρηλατούν αρχαία και σύγχρονα. Είναι το παιχνίδι της φύσης. Η Falanga της μαγείας ανάμεσα στις πηγές του νερού για την ξηρασία και τις αρχαίες τάφους για τους παγετώνες, θα μετατραπείς σε άνθους της άνοιξης.

(από μια εκδρομή με τον Franco Capezza)

FALANGA D’ISCHIA

Al tramonto nella Falanga morbide tonalità ambrate grigio brune e rossastre di vellutati fusti, dagli Eremi dell’Epomeo, digradano nella boscaglia giù fino alle mura sopra Forio. Ben tersa l’aria su Santo Stefano e l’Arcipelago, il sole fa immaginare nelle verticali marine riflessi sgargianti. Ma ora è la Porta che abbaglia, quella che dai lidi fa accedere al mondo del silenzio dei fruscii, al mondo della Falanga. Imponente è l’arco non ciclopico ma con pietre laviche leggere e robuste connesse alla greca. Tiziano, sole radente, aduso a tale spettacolo di foglie cadute a tappeti ma ancora pigmentate e vive ne avrebbe cantato i colori. Muschi rigenerati dalla luce filtrante su pareti umide disegnano e forgiano antico e moderno. È il gioco della natura. Falanga d’incanto tra polle d’acqua per l’arsura e antichi fossi per i nevai, ti convertirai ai fiori della primavera.

Napoli, 8 dicembre 1998

[da una escursione con l’amico ischitano Franco Capezza]

(trad. di Costantino Nikas)

Παιχνίδια

Κυλούν τέσσερα ζάρια στο λιθόστρωτο του κόσμου αναπηδώντας στις γωνίες του φόβου μη χάσουν ανάμεσα στην αγάπη και το μίσος ανάμεσα στη ζωή και το θάνατο ανάμεσα στο θάρρος και την απελπισία. Όμως στην άνιση ισορροπία της ύπαρξης, πέρα από την περίπτωση, μπαίνουν στο παιχνίδι, μπίλιες χρωματιστές γυάλινες μικρές και μεγάλες με τις οποίες έρχεται η νίκη για μια καλή συνείδηση κι΄ έναν καλό θάνατο.

GIOCHI

Rotolano quattro dadi sui selciati del mondo rimbalzano agli angoli della paura di perdere tra amore e odio tra vita e morte tra coraggio e disperazione. Ma nel librarsi diseguale dell’esistenza, oltre il caso, entrano in gioco biglie colorate di vetro piccole e grandi con cui si vince per una buona coscienza e una buona morte.

Napoli, 26 dicembre 1998

(trad. di Costantino Nikas)

Serapo

Γιαδιαθλασμένηανταύγεια άμμος χρώματος καουτσούκ ελαστική και τεντωμένη από θαλασσινή όσμωση όστρακα εκτεθειμένα στο φως του ηλίου φαναράκι στο κύμα. Σιγά σιγά πιο απαλή η λάμψη πάνω στο νερό εκρήγνυται ο ήλιος μαζί, αιφνίδια αύρα από τη γη διακόπτει τη θαλπωρή. Κρυώνουν οι καρδιές όμως στον ορίζοντα αδυσώπητη η μεγάλη πυρωμένη μπάλλα ετοιμάζεται για την αιώνια βουτιά πολύ ζεστή για το βάθος του Ωκεανού. Στο καταφύγιό μας γυρίζουμε θλιμμένοι για το χαμένο ηλιοβασίλεμα.

SERAPO

Per riverbero rifratto sabbia colore caucciù elastica e tesa dall’osmosi marina gusci di conchiglie esposte alla luce solare lucignolo sull’ onde. Pian piano smorzandosi il brillìo sull’acqua esplode il sole insieme, improvvisa brezza da terra rompe il tepore. Hanno freddo i cuori ma all’orizzonte inesorabile la gran palla di fuoco si prepara all’eterno tuffo caldissima per la profondità dell’Oceano. Nel nostro riparo torniamo tristi per il mancato crepuscolo.

Napoli, 6 gennaio 1999

(trad. di Costantino Nikas)

Χρώματα του χρόνου

Στην πολυποίκιλη αλλαγή των εποχών του χρόνου ετοιμόρροπων φύλλων μάζεψα ζεστασιά και μαζί θάνατο. Νερό ψυχρό του μαρμάρου στη θέα προσφέρει τρομερές μικρογραφίες και έξοχα έργα από μαύρες μάζες γης από γυμνά κλαδιά από ασημένιες ομίχλες. Να ο τροχός του κόσμου αιώνιος κύκλος πολύτιμα πετράδια ανοίγει και στην Pantalica νεκρόπολη διαφόρων λαών όλα ανθίζουν στο γλυκό φως της άνοιξης. Και το καλοκαίρι πιο σίγουρη η θάλασσα ξανάρχεται ενθαρρυντικά. Ο αρχέγονος φόβος νικημένος τα νερά οργώνονται με δίχτυα και βάρκες και είναι θρίαμβος δυνατών χρωμάτων.

COLORI DEL TEMPO

Nel variopinto mutare delle stagioni del tempo di foglie caduche ho colto calore e insieme morte. Acqua freddo marmoreo alla vista offre orridi scorci e sublimi fatti di nere masse di terra di rami spogli di argentee brume. Ma ruota del cosmo ciclo eterno gemme apre e a Pantalica necropoli di varie genti tutto fiorisce alle dolci luci della primavera. E d’estate più sicuro il mare rassicurante ritorna. L’atavica paura vinta le acque si solcano con reti e barche ed è trionfo di forti colori.

Napoli, 10 luglio 2000

(trad. di Costantino Nikas)

Pizzolungo του Κàπρι

Ασημένιες σπίθες καταπραΰνουν το νερό της θάλασσας, φυλλωτά κλαδιά άγρια γκρεμούς όχι πάντοτε κρύβουν στον φθίνοντα ήλιο. Στο Pizzolungo το βράδυ αργά η αύρα τρυπάει την ανήσυχη ψυχή των θαρραλέων όρθιων και δυνατών βράχων το καταφύγιο των γλάρων των ανθρώπων το βάσανο.

PIZZOLUNGO DI CAPRI

Scintille d’argento chetano l’acqua marina, fronde selvagge dirupi non sempre nascondono al sole calante. A Pizzolungo la sera scesa la brezza punge l’anima inquieta di arditi scogli e alti e robusti di gabbiani il rifugio d’uomini il tormento.

Capri, 29 ottobre 2000

(trad. di Costantino Nikas)

Ηλιο βασίλε μαστο Posillipo

Φυσάει ο άνεμος κόκκινα σύννεφα πίσω από Παυσίλυπο σαν κλαδιά λυγίζουν. Η έκσταση στη θέα τις κόρες των ματιών διαστέλλει στον περιορισμένο χώρο της μεγάλης μας ύπαρξης.

TRAMONTO SU POSILLIPO

Sbuffi di vento nuvole rubre dietro Posillipo come rami torcono. L’estasi alla vista le pupille dilata nello spazio finito del nostro grande essere.

Napoli, 9 novembre 2000

(trad. di Costantino Nikas)

Conca dei Marini

Θάλασσα μαγεμένη την απόκρημνη ακτή αγναντεύει ενώ ο λίβας τον αρχαίο πύργο προκαλεί. Είναι αγώνας χωρίς κανόνες ανάμεσα στον αφρό των κυμάτων και τη λάμψη των βράχων. Κι όταν το νερό φουσκώνει ακόμη και το πράσινο των θάμνων γύρω διαποτίζεται από σένα θάλασσα μαγεμένη.

(από μια συζήτηση με την φίλη Laura Liguori)

CONCA DEI MARINI

Mare incantato la falesia mira mentre il libeccio la Torre antica sfida. È lotta senza quartiere tra schiuma d’onde e nitore di rocce. E quando l’acqua si gonfia anche il verde della macchia di te s’imbeve o mare incantato.

Napoli, 22 novembre 2000

[da una conversazione con l’amica Laura Liguori] (trad. di Costantino Nikas)

 

da Giacomo Garzya, “Passato e presente”, Napoli 2002, in Giacomo Garzya, “Poesie” (1998-2010), con prefazione di Luigi Mascilli Migliorini, Napoli 2011, M. D’Auria Editore

Vanni

Έχω στα χέρια μου άμμο φερμένη από τον άνεμο άμμο της Σαχάρας άμμο ώχρα ενός φίλου που δεν μπορώ ναξεχάσω. VANNI Ho nelle mani sabbia seminata dal vento sabbia del Sahara sabbia ocra di un amico che non posso dimenticare.

Napoli, 20 giugno 2001

(trad. di Costantino Nikas)

Στιγμές

I
Στον όρμο δυο ασημένια φώτα. Η θάλασσα ανάβει στο ηλιακό λαμπύρισμα, από εδώ μεθυσμένος τον ορίζοντα βλέπω μόνο.

II
Το φως θαυμάζει της θάλασσας ο γλάρος που πετάει σύριζα πάνω από το βράχο κατακόρυφο το πέταγμα στο μαγικό νερό κατσαρωμένο από σένα.

III
Αλλάζει χρώμα ο βράχος στο χλιαρόαπόγευμα πάλλεται το νερό πράσινο και μπλε και διαυγές σχεδόν όπως οι κορφές των θάμνων ανάμεσαουρανού και γης ανάμεσα θάλασσας και ουρανού μαζί συγκεχυμένοι.

IV
Δέσμες φωτός σαν κάλυκας στο χρόνο που φεύγει στον ορίζοντα μια άσπρη γραμμή πάνω στη θάλασσα ψυχρή από αγάπη περιμένει. Σαν ξεπετάγματα μικρών γλάρων αιωρούμενων ασβεστώδεις μαιάνδρους εξερευνούν περήφανοι.

ATTIMΙ

I
Sulla baia due luci d’argento. Il mare s’accende nel solare brillìo, da qui inebriato l’orizzonte guardo solo.

II
Mira la luce del mare il gabbiano che vola radente sulla scogliera strapiomba nel volo sull’acqua fatale increspata di te.

III
Cangiante la roccia nel meriggio tiepido palpita d’acqua verde e blu e limpida quasi come gli arbusti di sopra tra cielo e terra tra mare e cielo insieme confusi.

IV
Fasci di luce a calice col tempo che passa all’orizzonte una linea bianca sul mare fredda d’amore aspetta. Come vagiti di bimbi gabbiani libranti meandri calcarei esplorano pieni di sé.

Capri, 3 febbraio 2002

(trad. di Costantino Nikas)

Αυγή

Αστραφτερή στις στιγμές της ζωής μας, γι’ αυτόν που μένει ξύπνιος αιώνια επιστροφή είσαι άλλοτε ροδοκόκκινη άλλοτε γαλάζια άλλοτε άμμος διάσπαρτη ελπίδα μιας ευτυχισμένης μέρας. Αστραφτερή ζωή Φρέσκιας δροσιάς τα ραντισμένα μάτια τα μάτια μου.

ALBA

Fulgida nei momenti della nostra vita, per chi veglia eterno ritorno sei ora vermiglia ora azzurra ora sabbia soffusa speranza di un radioso giorno. Fulgida vita di fresca rugiada gli occhi aspergi, gli occhi miei.

Napoli, 15 febbraio 2002

(trad. di Costantino Nikas)

Πανσέληνος

Θνητώνλύπες και ανθρώπινη χαρά ζωής πανσέληνε ξαγρυπνάς σαν σε σπίτια ζωντανά από φώτα πάνω σε μαύρες κηλίδες της γης πάνω σε αγάπες συντριμμένες ή σε τράχηλους . Η τροχιά σου τη δίκη μας διαδρομή σ’ αυτή τη φευγαλέα ζωή κυνηγάει. Ευμετάβλητη κυκλική αρμονική τους κτύπους της καρδιάς μας κανονίζεις ομόφωνα.

PLENILUNIO

Mortali affanni e umana gioia di vivere luna piena vegli come su case vivide di luci su macchie nere di terra su amori infranti o in nuce. Il tuo orbitare la nostra corsa in questa vita fugace insegue. Mutevole ciclica armonica il battito dei nostri cuori regoli all’unisono.

Napoli, 25 aprile 2002

(trad. di Costantino Nikas)

Υδρούντας

Με τρεις άψιδες Η κρύπτη άραβο-γοτθικός ο ρόδακας εσύ μητέρα Εκκλησία την ύβρη των αλόγων του Αχμέτ Πασά υπέστης εσύ τα οστά των μαρτύρων διασώζεις. Για την πίστη του Σταυρού οκτακόσιοι έπεσαν νεκροί από το σπαθί οκτακόσιοι οι μάρτυρες στο λόφο της Αθηνάς.

OTRANTO

Triabsidata la cripta arabo-gotico il rosone tu o Chiesa madre l’onta dei cavalli di Acmet Pascià subisti tu le ossa dei martiri preservi. Per la fede nella Croce ottocento i passati a fil di spada ottocento i martiri sul colle della Minerva.

Napoli, 9 maggio 2002

(trad. di Costantino Nikas)

Σαλέντο

Στον πατέρα μου

Κόκκινη γη λεπτή επιφάνεια στον λαμπερό ασβεστόλιθο ελιές ευδοκιμούν σε σένα από θαλάσσιους ανέμους λοξές όπως τα φιδωτά ρυάκια των βουνών. Αναδυόμενα βράχια dolmen menhir ξεπροβάλλουν από τη θάλασσα οι βραχώδεις σπηλιές χορδές του βάθους ακουμπάς εκείνες των πατέρων των προγόνων.

SALENTO

A mio Padre

Terra rossa strato sottile su candido calcare ulivi alligni in te da ventate marine torti come i rivoli scomposti dei monti. Emergenti pietre dolmen menhir affioranti dal mare le grotte rupestri corde del profondo tocchi quelle dei padri dei padri.

Napoli, 19 maggio 2002

(trad. di Costantino Nikas)

Punta Caruso

Εσπερινά τα χρώματα πορτοκάλι γαλάζιο παντού το ηλιακό φάσμα στρόβιλος στο νου με γόνιμη φαντασία θαυμάζοντας το παθιασμένο πόθο όποιου αγαπάει την επιθυμία της γαλήνης.

PUNTA CARUSO

Crepuscolari le tinte arancio indaco su tutte lo spettro solare turbina nella mente immaginifica contemplando l’ardore appassionato di chi ama il desiderio di quiete.

Napoli, 24 maggio 2002

(trad. di Costantino Nikas)

Ελληνικό τραγούδι

Οι μελωδίες στο μυαλό ρέουν απροσδόκητα σαν μέλι Ταΰγετου, μεταξύ Λακωνίας και Μεσσηνίας άφησα μια σκληρή καρδιά. Ο άγριος μανδύας ένα τραγούδι εμπνέει από φύλλα και λουλούδια μία μελωδία.

CANTO GRECO

Melodie nella mente scivolano inaspettate come miele del Taigeto, tra Laconia e Messenia rude cuore posto. L’aspro manto un canto ispira di foglie e fiori un armonioso canto.

Napoli, 8 giugno 2002

(trad. di Grazia Fulciniti)

Ζειν

Ζεινσημαίνει να περπατάς μαζί μια ζωή με τον φίλο που τη βαθειά έννοια της ύπαρξης σιωπηλά συμμερίζεται. Στην ταλαιπωρία της νύχτας της ζωής στην ευτυχία μέχρι τη γαλήνη του θανάτου.

VIVERE

Vivere è camminare insieme un’esistenza con l’amico che le profondità dell’essere in silenzio condivide. Nella sofferenza della notte della vita. nella felicità sino alla quiete della morte.

Napoli, 25 giugno 2002

(trad. di Costantino Nikas)

Παλίρροιες

Κλεψύδρες γύρω μες τη βαθειά νύχτα ας τρέξουν ώστε να συντρίψουν το σκληρό τσόφλι που έχω μέσα μου. Ελεύθερα τα μάτια από τις παρωπίδες, ρεύματα δίνης ροές και αναρροές στις κλεψύδρες μου να ζήσω θάθελα.

MAREE

Clessidre giro nella notte fonda interminabile. Acqua sabbia scorrano purché macerino il mallo coriaceo che è in me. Liberi gli occhi dalle bende, correnti vorticose flussi e riflussi nelle mie clessidre vivere vorrei.

Napoli, 14 novembre 2002

(trad. di Costantino Nikas)

 

da Giacomo Garzya, “Il mare di dentro”, con prefazione di Patricia Bianchi, Napoli 2005, in Giacomo Garzya, “Poesie” (1998-2010), con prefazione di Luigi Mascilli Migliorini, Napoli 2011, M. D’Auria Editore

Ελληνικό Ιόνιο

Αν μπορούσα να πιάσω μόνο με τη ψυχή μου το κενό μεταξύ του ενός νησιού και του άλλου, θα γέμιζα με το νερό που χρειάζομαι να σβήσω την αγάπη που καίει μέσα μου όσο πλέω στο Ιόνιο μεταξύ Κέρκυρας και Ζακύνθου μέχριταΚύθηρα.

JONIO GRECO

Potessi appropriarmi solo con l’anima del vuoto tra un’isola e l’altra, sarei colmo dell’acqua di cui ho bisogno per spegnere l’amore che in me brucia nel solcare lo Jonio tra Corfù e Zante, sino a Citera.

Bari – Patrasso, 27 luglio 2003

(trad. di Grazia Fulciniti)

Μονεμβασιά, επιστροφή

Επιστρέφοντας εδώ ότανη ανάμνηση είναι ωραία σε κυριεύει ξανά. Εδώ στο Κάστρο όλα έχουν αλλάξει ακόμη και οι πέτρες, όπως και το χρώμα με το φως της ημέρας και του βραδιού. Η ζωή με έφερε σε αυτή την ακτή που δεν είναι ποτέ η ίδια όπως το ποτάμι που ρέει. Τώρα φυσάει δυνατός άνεμος και δεν λυγίζει ένα πλήθος άγριων σκόρδων που στέκονται ανάμεσα στον γκρεμό και τον σιδερένιο βράχο, από τον οποίο σταγόνες αμβροσίας αναβλύζουν στα γαλαζοπράσινα μάτια σου, έτσι σήμερα τα βλέπω σαν αυτά μιας νύμφης που η θάλασσα τυλίγει εδώγύρω.

MONEMVASIA, UN RITORNO

Ritornare sui luoghi quando è bello il ricordo ti misura di nuovo. Qui nel Kastro tutto è mutato anche le pietre, come il colore con la luce del giorno e della sera. La vita ha portato a questo lido, mai uguale a se stesso, come il fiume che scorre. Ora tira il vento forte e non doma moltitudini di agli selvatici ritti tra le scogliere e il roccione ferroso, da cui sgorgano stille d’ambrosia sui tuoi occhi turchesi, così oggi li vedo, come quelli di ninfa che il mare avvolge qui attorno.

Monemvasia, 29 luglio 2003

(trad. di Grazia Fulciniti)

Σπουργίτια

Σπουργίτια χοροπηδούν ελεύθερα κάτω από τον ψηλό βράχο σε πέτρες συνδεδεμένες για πολύ καιρό. Ψάχνουνγια ψίχουλα σαν κόκκους σιταριού ενώ εμείς σκεφτόμαστε για τη ματαιότητα των πραγμάτων.

PASSERI

Passeri saltellano sotto l’alta rocca liberi su pietre connesse in tempi lontani. Cercano briciole della consistenza di un grano mentre noi si pensa alla futilità delle cose.

Monemvasia, 31 luglio 2003

(trad. di Grazia Fulciniti)

Αγαύη

Πώς θα μπορούσα να σε ξεχάσω στις παραλίες του Καψαλιού; Έχεις μια πολύ μικρότερη δεύτερη ζωή, εσύ όμως αντιστέκεσαι με τις κίτρινες βελόνες σου στημέθητουΜιστράλ.

ÀGAVE

Come dimenticarti sulle baie di Kapsali? Hai una seconda vita, molto più breve, ma resisti con i tuoi aghi gialli all’ebbrezza del maestrale.

Chora (Kìthira), 1 agosto 2003

(trad. di Grazia Fulciniti)

Φώτα και σκιές

Αραιώνει το ζεστό φως πάνω στον θάμνο απόπαστέλπράσινα γαϊδουράγκαθα ηλιοκαμένα. Στο μισοφέγγαρο βλέπεις έναν φοίνικα και από την αψίδα του καφενείου που κόβεται στο κέντρο τον ορίζοντα της θάλασσας, που κατακτά το μυαλό όσων το συλλογίζονται, λεπτό σαν μπλε λεπίδα.

LUCI E OMBRE

Dirada la luce calda sulla macchia d’ arbusti verdepastello di cardi bruciati dal sole. All’apice della mezzaluna vedi una palma e dall’arco del kafenìon tagliato al centro l’orizzonte del mare, che la mente sovrasta di chi contempla, sottile come lama d’azzurro.

Chora (Kìthira), 1 agosto 2003

(trad. di Grazia Fulciniti)

Η σκιά

Είναι μεσημέρι ακριβώς. Πού είναι η πρωτόγονη ψυχή μου; Θα επιστρέψει σε λίγο με τη μυρωδιά της θαλάσσιας ρητίνης. Μη φοβάσαι τη σκιά σου, αν έχεις καλή συνείδηση, σου κάνει συντροφιά, και μη κρύβεσαι από τον μεσημεριανό ήλιο από φόβο μην την χάσει.

L’OMBRA

È mezzogiorno in punto. Dov’è la mia anima primitiva? Tra qualche istante tornerà con il profumo di resina marina. Non temere la tua ombra, se hai una buona coscienza, ti è di compagnia, e non nasconderti al sole di mezzogiorno per la paura di perderla.

Diakofti, 2 agosto 2003

(trad. di Grazia Fulciniti)

Κοκουβάγια

Ανάμεσα στις φυλλωσιές ένα κομμάτι φεγγαριού ρίχνει ματιές. Το προφίλ της όπως το δικό σου σε ασημένιο κόσμημα είναι παρόν αν και το ένστικτο του νυχτερινού αρπακτικού που τα βλέπει όλα και τα αρπάζει γρήγορα κυριαρχεί μέσα σου.

CIVETTA

Tra il fogliame uno spicchio di luna occhieggia. Il suo profilo come il tuo sui monili d’argento ricorre benché in te prevalga l’istinto del predatore notturno che tutto vede e in fretta afferra.

Chora (Kìthira), 3 agosto 2003

(trad. di Grazia Fulciniti)

Χώρα της Κύθηρα

Η έντονη μυρωδιά του γιασεμιού σου διαταράσσει τον ύπνο αλλά ακόμη περισσότερο την αγρυπνία. Ακόμα και τα σπίτια είναι λευκά με μπλε κουφώματα και παραθυρόφυλλα όπως ο καθαρός αυγουστιάτικος ουρανός σου, καθαρός από τον αδιάκοπο άνεμο. Λευκά τα αστέρια της `Αρκτου, που σε οδηγούν εκεί στη κυματιστή θάλασσα εκεί πού γεννήθηκε για πρώτη φορά η Αφροδίτη. Λευκή η ημισέληνος στη φρουρά της οποίας βρίσκεται το κάστρο με την πόρτα που ανοίγει σε όσους θέλουν να ονειρευτούν.

CHORA DI KÌTHIRA

Il profumo intenso dei tuoi gelsomini turba il sonno e ancor più la veglia. Bianche anche le case con infissi e battenti azzurri come il tuo cielo terso d’agosto, terso per il vento incessante. Bianche le stelle dell’Orsa, che ti guidano lì sul mare increspato lì dove nacque la prima volta Afrodite. Bianca la luna crescente alla cui guardia è il castello dalla porta che s’apre a chi vuole sognare.

Chora (Kìthira), 3-4 agosto 2003

(trad. di Grazia Fulciniti)

Θυμάμαι την Κάρπαθο

Ομίχλες καλύπτουν τις πλευρές του βουνού με θλίψη αλλά στις κορυφές ο ελεύθερος άνεμος φυσάει στα λευκά πανιά των κουρασμένων μύλων μόνο αν σταματήσουν. Το σφύριγμα τώρα του σιρόκο τώρα του μιστράλ κυριαρχεί σε δύο αντικριστούς κόλπους και αλέθει ανθρώπινο σπέρμα.

RICORDANDO KÀRPATHOS

Brume soffondono di tristezza i fianchi del monte ma sui crinali venti liberi soffiano su vele bianche di mulini stanchi solo se fermi. Il sibilo ora scirocco ora maestrale domina due contrapposti seni di mare e macina umana semenza.

Napoli, 11 ottobre 2003

(trad. di Grazia Fulciniti)

Φαλάσαρνα

Η διαφάνεια της θάλασσάς σου είναι στη λευκότητα του φόντου σαν αυτή των ματιών του Ίκαρου είναι βαθιά μέσα μας να είμαστε ελεύθεροι. Δεσπόζει πάνω σου ένας βράχος ξερός που έχει το αρχαίο χρώμα της άμμου σου, που συχνά φυσάει στο πλάϊ και ανεπαίσθητα κλείνει τους πόρους κόβει την ανάσα κλείνουντα βλέφαρά σου στο όνειρο του πύρινου δίσκου, για να βουτήξεις μπροστά στο κρητικό πέλαγος.

FALÀSARNA

La trasparenza del tuo mare è nel biancore del fondo come quella degli occhi d’Icaro è nel profondo del nostro essere liberi. Ti sovrasta una roccia arida dal colore arcaico della tua sabbia, che spesso soffia di taglio e finissima copre i pori ferma il respiro chiude le palpebre nel sogno del disco di fuoco, che è per immergersi dinanzi nel mare di Creta.

Kíssamos, 10 luglio 2004

(trad. di Grazia Fulciniti)

Μπάλος

Απέναντι από τη Γραμβούσα το σιωπηλό φρούριο βρίσκεται Μπάλος, κόλπος πολλών χρωμάτων, πληγωμένος από πίσσα πληγωμένος από άνθρωπο. Αυτό κάνει θλιβερήτη μνήμη του τι ήσουν γιατί, αν η άμμος και ο άνεμος τον όλεθρο καλύψουν αλλού, το βραχώδες στρώμα της λιμνοθάλασσάς σου παραμένει άθικτο στον πόνο του. Ίσως για αυτόείσαι πιο αγαπητός σε μένα, και τις χειμωνιάτικες καταιγίδες θα εμπιστευτώ για να καθαρίσουν την ροζκρούστα, σιγά σιγά όπως συμβαίνει και σε εμάς .

BALOS

Di fronte a Gramvousa, fortezza silente, è Balos, la baia dai tanti colori, dal catrame ferita ferita dall’uomo. Ciò rende pietoso il ricordo di ciò che eri perché, se sabbia e vento lo scempio coprono altrove, la crosta rocciosa della tua laguna rimane intatta nel suo dolore. Forse per questo a me sei più cara, e d’inverno in inverno nelle tempeste confiderò ché la crosta rosa depurino, un poco alla volta come avviene per noi.

Kíssamos, 12 luglio 2004

(trad. di Grazia Fulciniti)

Άγχος

Ισχυρό αγχολυτικό είναι το νερό, γιατί αλλιώς θα είχαμε γεννηθεί εκεί σαν την Αφροδίτη μπροστά στο Καψάλι; Γιατί η τίγρης σμέρνα με επιθετικά δόντια όταν το καμάκι βλέπει, βγαίνει από το κρυψώνα, ανοίγει το στόμα και δεν αποφεύγει τον βέβαιο και εύκολο θάνατο; Γιατί κυνηγάει και δεν αγχώνεται μήπως γίνει θήραμα. Αυτό δεν ισχύει για τον άνθρωπο που αντιτίθεται στην επίθεση και αν ενδώσει στο καμάκι είναι γιατί έτσι γράφτηκε. Αλλά αν το άγχος προστατεύει προκαλεί και πόνο: να λοιπόν νερό, γάλα και μέλι κρασί από σταφύλι κολύμπιστηθάλασσα.

SULL’ANSIA

Potente ansiolitico è l’acqua, altrimenti perché vi saremmo nati come Afrodite di fronte a Kapsali? Perché la murena tigrata dall’aggressiva chiostra dei denti, quando l’arpione vede, dalla tana esce, la bocca apre e non scappa a sicura e facile morte? Perché caccia e di esser preda non ha l’ansia. Non così è per l’uomo che all’attacco si oppone e se cede all’arpione è perché così era scritto. Ma se l’ansia protegge, procura anche dolore: ecco allora l’acqua, il latte e il miele il vino dell’uva le nuotate nel mare.

Kapsàli, 15 luglio 2004

(trad. di Grazia Fulciniti)

Άνεμος και θάλασσα

Ακούγοντας τις νότες του ανέμου, τις δίνες στον αέρα την άμπωτη και τη ροή της θάλασσας, που σφυρηλατεί τα βότσαλα με τέχνη, απολαμβάνεις τη σύνθεση. Οι μικρές λευκές εκκλησίες στους κόλπους εκπλήσσουν με τη διαύγειά τους και αναστέλλουν στον αιθέρα την κρίση για τον άνθρωπο. Τώρα οι ριπές του βορειοανατολικού ανέμου γίνονται πιο έντονες νότες, και ο καθένας τις ακούει διαφορετικά, ο ποιητής τις συνδέει με τη μοίρα του.

IL VENTO E IL MARE

Ascoltare le note del vento i mulinelli nell’aria il flusso e riflusso del mare, che forgia i ciottoli ad arte, è godere la sintesi. Chiesette bianche sulle baie colpiscono per il loro nitore e sospendono nell’etere il giudizio sull’uomo. Ora le folate del grecale aprono a note più nette, ognuno le coglie in modo diverso, il poeta le associa al proprio destino.

Kapsali, 16 luglio 2004

(trad. di Grazia Fulciniti)

Διακόφτι

Αν ο άνεμος καταφέρει να σβήσει τη μνήμη για να την σπρώξει αλλού, σημαίνει ότι το γίγνεσθαι είναι. Είναι ζωή δεν είναι πια μια σύμβαση του πριν του τώρα του μετά. Εν τω μεταξύ ο άνεμος σπρώχνει σύμφωνα με την έμπνευση της πυξίδας του.

DIAKOFTI

Se il vento è in grado di estinguere il ricordo per spingere altrove, vuol dire che il divenire è. È vita non convenzione del prima del presente del dopo. Intanto il vento continua a spingere secondo il capriccio della sua rosa.

Diakofti, 27 luglio 2004

(trad. di Grazia Fulciniti)

 

da Giacomo Garzya, “Pensare è non pensare”, con prefazione di Eugenio Mazzarella, Napoli 2009, Bibliopolis

Κομμένο λουλούδι

Το χαμόγελό σου Το δικό σου χαρούμενο τραγούδι λείπουνσε πολλούς. Ξεκάθαροείχεςτο νόημα τηςζωής και ανέβαινετο μαρτύριο σου για τηδιάχυτη αδικία για τη στοργή δίχως ανταπόκριση, εσύ τόσο ηλιακή κ` όμορφη. Αγάπη ήταν η ζωή σου σαν δροσερόνερό, που καθαρίζει από το κακό. Ξεκάθαρη είχες την ουσία τηςανθρώπινης φύσηςκαι φρόντιζες για να μπορεί καλύτερη να γίνει. Τώρα που το σύμπαν έχει ηρεμήσει μπορείς να κοιτάς τα αγαπημένα αστέρια, τα δικά μας αστέρια της Ζακύνθου και της Μονεμβασιάς, θα είσαι για πάντα στις καρδιές όλων για της αγάπης τοταπεινό παράδειγμα πουμαςέδωσες, Fanny, κόρη μου.

UN FIORE RECISO

Il tuo sorriso il tuo gioioso canto a tanti mancano. Ben chiaro avevi il senso della vita e lievitava il tormento tuo per l’ingiustizia diffusa e per i non ricambiati affetti, tu così solare e bella. L’amore era nel tuo vivere, come acqua fresca di fonte, che purifica dal male. Ben chiara avevi l’essenza dell’umana natura e agivi perché potesse in meglio mutare. Ora serena l’universo puoi contemplare, le stelle che amavi, le nostre stelle di Zante e Monemvasia, ma sempre resterai nel cuore di tanti, per l’umile esempio d’amore, che hai dato, Fanny, figlia mia.

Cetara, 24 febbraio 2008

(trad. di Grazia Fulciniti)

 

da Giacomo Garzya, “Il viaggio della vita”, Napoli 2010, in Giacomo Garzya, “Poesie” (1998-2010), con prefazione di Luigi Mascilli Migliorini, Napoli 2011, M. D’Auria Editore

Ωραίες αναμνήσεις

Fanny, ζω μαζί σου στο Αιγαίο, πάντα μαζί σου, πολλές αναμνήσεις και οι μύγες του καφενείου, που μας τσιμπούσαν τους αστραγάλους, εσύ να διαβάσεις, εγώ να γράψω, σε μια Διαφάνι χωρίς χρόνο, αλλάγεμάτηφως.

BEI RICORDI

Fanny, vivo con te nell’Egeo, sempre con te, tanti ricordi e le mosche di kafenìon, che ci pizzicavano le caviglie, tu a leggere, io a scrivere, in una Diafàni senza tempo, ma piena di luce.

Napoli, 19 gennaio 2009

(trad. di Grazia Fulciniti)

Μύκονος

Σήμερα, στα μάτια μου, το εκτυφλωτικό λευκό σου ασβέστη, εκθαμβωτικός ασβέστης των εκκλησιών και των σπιτιών βαμμένος με πολλά μπλε, ασβέστης τόσο δυνατός όσο ο άνεμος, που εδώ εκμηδενίζει τις αισθήσεις και το μυαλό. Όλα είναι ακίνητα και όλα κινούνται μπροστά στην Τήνο και από την Τήνο τα συγκλονιστικά κύματα, που μας κάνουν να αντιλαμβανόμαστε τον χρόνο, που περνά αμείλικτα, σαν ηλιακό ρολόι, που οδηγεί τη σκιά του μέλλοντος μας, ενώ σημαδεύει το παρελθόν του πόνου και της χαράς, τώρα του Χάροντα τις ψυχές μεταφέρουν στον δυνατό αέρα, μεταξύ Πανόρμου και Βαΐου, τώρα παρακολουθούν τα βήματά μας στη θάλασσα, στη Δήλο που δεσπόζει από ιερές μνήμες, Άγιος Ιωάννης, Πλατύς Γιαλός και Καλαφάτης, πού βασιλεύει ο πιο ήρεμος άνεμος και η ανάγκη για ησυχία. Όλα είναι ακίνητα και όλα κινούνται μπροστά στην Τήνο και από την Τήνο τα συγκλονιστικά κύματα, που μας κάνουν να αντιλαμβανόμαστε τον χρόνο, που περνά αμείλικτα, σαν ηλιακό ρολόι, που οδηγεί τη σκιά του μέλλοντος μας, ενώ σημαδεύει το παρελθόν του πόνου και της χαράς, τώρα του Χάροντα τις ψυχές μεταφέρουν στον δυνατό αέρα, μεταξύ Πανόρμου και Βαΐου, τώρα παρακολουθούν τα βήματά μας στη θάλασσα, στη Δήλο που δεσπόζει από ιερές μνήμες, Άγιος Ιωάννης, Πλατύς Γιαλός και Καλαφάτης, πού βασιλεύει ο πιο ήρεμος άνεμος και η ανάγκη για ησυχία. Σήμερα, στα μάτια μου, το άγονο χρώμα, άγονο για μια γη χωρίς νερό και βασίλειο περιπλανώμενων βοσκών, θάμνοι καμένοι από τον ήλιο, με νότιο βλέμμα, στη Νάξο, στον κήπο που ανθίζει με νερό.

MYCONOS

Oggi, negli occhi, il tuo bianco accecante di calce, calce viva e abbagliante di chiese e di case ornate di tanti blu, calce viva, forte come il vento, che qui annichilisce i sensi e la mente. Tutto è fermo e tutto si muove di fronte a Tinos e da Tinos i cavalloni imperiosi, che ti fanno percepire il tempo, che inesorabile scorre, come meridiana, che guida l’ombra del nostro futuro, segnando il passato di dolori e gioie, ora di Caronte le anime a traghettare, nel vento furioso, tra Panormos Bay e Baios Island, ora di noi a guardare i passi sul mare, tra Delo incombente di sacre memorie, Agios Ioannis, PlatiYialos e Kalafatis, regni del vento più calmo e del bisogno di quiete. Oggi, negli occhi, il tuo brullo colore, brullo di una terra senz’acqua e regno di erranti pastori, sterpi bruciate dal sole, che guardano a sud, Naxos, verde giardino d’acqua fiorito.

Myconos, 12-19 luglio 2010.

(trad. di Grazia Fulciniti)

 

da Giacomo Garzya, “Un anno”, con prefazione di Silvana Lucariello, Napoli 2013, M. D’Auria Editore

 

Ίκαρος

Για την Daniela Pergreffi

Και ο Ίκαρος πέταξε στον αέρα και ο Ίκαρος αναζήτησε τη μέθη στο κενό και ο Ίκαρος είχε κάτω του τη θάλασσα και τα νησιά και τα βουνά και τις ομίχλες , όλη την Παγγαία είχε στα πόδια του και εκείνος έπεσε στους γκρεμούς των σύννεφων και εκείνος έπεσε και πνίγηκε στη φουρτουνιασμένη θάλασσα, αλλά η πτήση του έμεινε αιώνια ανάμεσα στους ανθρώπους, και για σένα, φίλη μου, που τραγουδάς τους επαίνους και την τόλμη του σε ένα θαυμαστό μέταλλο, που δεν έχει ακόμη οξειδωθεί από τον χρόνο.

ICARO

A Daniela Pergreffi

E Icaro si librò nell’aria e Icaro cercò ebbrezza nel vuoto e Icaro ebbe sotto di sé il mare e le isole e i monti e le nebbie, la pangea tutta ebbe ai suoi piedi e egli cadde negli strapiombi di nuvole e egli cadde e annegò nel mare increspato, ma il suo volo restò eterno fra gli uomini, anche per te amica mia, che ne canti le lodi e l’audacia su una lamiera mirabile, non ancora ossidata dal tempo.

Napoli, 1 marzo 2013

(trad. di Grazia Fulciniti)

Ψυχή

Πάνω σε πολύτιμο μετάξι ξαπλωμένη απαλά στο γυμνό, λαμπερό της σώμα, που τρέμει, που καίγεται από έρωτα, από αμέτρητο έρωτα, η Ψυχή δεχόταν την αγκαλιά του Έρωτα, στο ηλιοβασίλεμα ο εναγκαλισμός μέχρι την αυγή ο εναγκαλισμός, ακόμα και πρίγκιπες δεν επιτρεπόταν να κοιτάξουν τους θεούς κατάματα, αλλά εκείνη παρανόμησε και έχασε τον Έρωτα της ενώαλλέγρο, λάργο, αλλέγρο, των βιολιών σου, Ορφέα, προανήγγειλε την άνοιξη και η Περσεφόνη άφηνε τον Άδη για να αναπνεύσει τα αρώματα των λουλουδιών. Και τι δεν έκανε η Ψυχή για να αγαπήσει τον Έρωτα, μέχρι που ήπιε την αμβροσία και όπως η Αφροδίτη έγινε αθάνατη και αγκάλιασε για πάντα τον Έρωτα της.

PSICHE

Su sete pregiate mollemente adagiata, nel suo nudo corpo splendente, fremente, arso d’amore, d’incommensurabile amore, Psiche accoglieva l’abbraccio di Eros, era al tramonto l’amplesso fino all’alba l’amplesso, neanche ai principi era consentito guardare in volto gli dèi e ella mancò e lo perse il suo amore, mentre l’allegro, il largo, l’allegro dei tuoi violini, Orfeo, annunciava la primavera e Persèfone lasciava Ade per respirare i profumi dei fiori. E cosa non fece Psiche per amare Amore, finché non bevve l’ambrosia e come Afrodite divenne immortale e riabbracciò per sempre il suo amore.

Napoli, 9 marzo 2013

(trad. di Grazia Fulciniti)

Ευρυδίκη

Ο άνεμος είναι χαλασμός σήμερα και τις σκέψεις στα πιο μακρινά μέρη μεταφέρει, εκεί όπου ξεθωριάζει η πραγματικότητα και όλα είναι αιθέρια, εκεί όπου η ελαφρότητα της ύπαρξης σε οδηγεί να φανταστείς τον βαθύ Άδη και τα χλωμά ασφοδέλια ανθισμένα σε μια λήθη μακριά από τον Τάρταρο και τα Ηλύσια Πεδία, σε μια χώρα τυλιγμένη σε ομίχλες, όπου εσύ, Ευρυδίκη, είσαι καταδικασμένη να περιπλανιέσαι μακριά από κάθε αγάπη, από τον δικό σου έρωτα, σημαδεμένη από μια πικρή και σκληρή μοίρα, που σε άρπαξε δύο φορές από τη ζωή, γιατί δύο φορές ήταν γραμμένο να πεθάνεις. Ό άνεμος δεν ησυχάζει σήμερα και το βρυχηθμό της θάλασσας είναι η δική σου αιώνια, απελπισμένη κραυγή.

EURIDICE

Il vento è un finimondo oggi e i pensieri nei luoghi più lontani trasporta, là dove svanisce la realtà e tutto è etereo, là dove la leggerezza dell’essere ti porta a immaginare l’Ade profondo e i pallidi asfodeli in fiore, in un limbo lontano dal Tartaro e dai Campi Elisi, in una terra circonfusa di nebbie, dove tu Euridice sei condannata a vagare lontana da ogni amore, dal tuo amore, segnata da un destino amaro e crudele, che ti ha strappata due volte alla vita, perché due volte era scritto che tu dovessi morire. Il vento non si quieta oggi e il ruggito del mare è il tuo eterno disperato urlo.

Napoli, 18 marzo 2013

(trad. di Grazia Fulciniti)

 

da Giacomo Garzya, “Pettirosso”, con prefazione di Maria Rosaria Compagnone, Napoli 2015, M. D’Auria Editore

 

Σίφνος

Το εκτυφλωτικό λευκό των σπιτιών και των πολλών εκκλησιών και παρεκκλησιών βαμμένων με γαλάζιο ρίχνει φως μέχρι τις αρχές του βραδιού, έπειτα σε κάθε περιοχή του νησιού μια φάτνη από φώτα, και κάτω από τον κυκλαδίτικο ουρανό με καθαρά, αγνά αστέρια γίνεται κουβέντα μέχρι το τέλος του τσουγκρίσματος των ποτηριών και του σιωπηλού μπρος-πίσω των γατών.

SIFNOS

Il bianco accecante delle case e di tante chiese e chiesette coronate d’azzurro è fino al limitare della sera, poi in ogni contrada dell’isola un presepe di luci, e sotto il cielo cicladico fatto di stelle nitide e pure si chiacchiera fino a quando cessa il tintinnio dei bicchieri e il via vai silenzioso dei gatti.

Apollonía, 4 agosto 2015

(trad. di Grazia Fulciniti)

Καμάρες

Η σιωπή της νύχτας είναι απόλυτη, τώρα σπασμένη από το λάλημα των πετεινών, το τρεμούλιασμα των φώτων η πράσινη λάμψη του φάρου κάνουν το νερό καθρέφτη εδώ στις Καμάρες, όπως σε μια μυριάδα όμορφων μικρών λιμανιών, που μπορείς να συναντήσεις στις θάλασσες της Ελλάδος.

KAMÀRES

Il silenzio della notte è assoluto, rotto ora dai canti dei galli e il tremolio delle luci il lampeggiare verde del faro rendono uno specchio l’acqua qui a Kamàres, come in una miriade di graziosi piccoli porti, che puoi incontrare nei mari dell’Ellade.

Kamàres, 5 agosto 2015

(trad. di Grazia Fulciniti)

Κυκλάδες

Το ευγενικό πρόσωπο των νησιών σας , ω Κυκλάδες, βρίσκεται στην πραότητα εκείνων που ζουν εδώ για χιλιετίες, πάνω σε μια τραχιά πέτρα που έχει μαλακώσει από τις ελιές, από τους ανθισμένους θάμνους και από τα άσπρα γένια των Παπάδων, που ψάλλουν τον τάφο του Χριστού και τους άγιους βυζαντινής μνήμης. Ό άνεμος, που κινεί δυνατά τα φτερά των αρχαίων μύλων, από νησί σε νησί φέρνει μαζί του το πνεύμα όλων, σβήνει τη δίψα και ζωντανεύει τα πάντα, σαν τον ασβέστη των σπιτιών και τα έντονα χρώματα των λουλουδιών.

CICLADI

Il gentile volto delle tue isole, o Cicladi, è nella mitezza di chi da millenni qui vive, su una pietra aspra dagli ulivi addolcita, da arbusti fioriti e dalle barbe bianche dei Papas, che cantano il sepolcro di Cristo e i santi di bizantina memoria. Il vento, che spinge forte le pale di antichi mulini, da un’isola all’altra porta in sé lo spirito di tutti, spegne l’arsura e rende tutto più vivo, come la calce delle case e i colori violenti dei fiori.

Kamàres, 11 agosto 2015

(trad. di Grazia Fulciniti)

Κάστρο Σίφνου

Κάστρο στην καρδιά, τα σκαλοπάτια των σπιτιών, ο λαβύρινθος του Μινώταυρου, η θάλασσα και το εκκλησάκι προς τον Ποσειδώνα, η Πάρος προβάλλεται καθώς και η μικρότερη Αντίπαρος και η Σέριφος πίσω από το Ακρωτήρι, όλα είναι μαγικά στα βραδινά φώτα.

KÀSTRO DI SIFNOS

Kàstro fin dentro al cuore, le scalette delle case, il labirinto del Minotauro, Il mare e la chiesetta in fondo a Poseidone, Paros incombente come Andíparos piú piccola, e Sérifos dietro il Capo, tutto è magia alle luci della sera.

Kàstro, 11 agosto 2015

(trad. di Grazia Fulciniti)

 

da Giacomo Garzya, “I sassi parlano”, con prefazione di Anna Esposito, Napoli 2016, Iuppiter Edizioni

Ηρώ και Λέανδρος

Δεν είναι ο μακρινός Ελλήσποντος που ανάγκασε την αγάπη να διασχίσει κάθε βράδυ αλλά το κανάλι της Πρότσιντα, από την Πούντα ντέλλαΛίνγκουα ως το ΚάποΜισένο, δύο μίλια περίπου, ο βυθός είναι ρηχός στα αβαθή της Μασσαλίας και σε αυτά του Πύργου, πάντως ρηχός, και όταν η θάλασσα μουρμουρίζει, είναι όλος ένας στρόβιλος, και τα πλοία βυθίζονται στις δίνες. Ένα θλιμμένο βράδυ με αέρα δεν ενώθηκαντα σώματα γιατί μια πνοή έσβησε τη λάμπα μόνο μια πνοή από τα χέρια σου, Ηρώ, ιέρεια και νύφη μου. Για μένα ήταν νύχτα αληθινή, το σκοτάδι του θανάτου στα κύματα και στις αμμουδιές της Μιλισκόλα, κ’εγώ λιπόθυμος εγώ Λέανδρος, ο έρωτας σου. Τα ρούχα σου μάζεψαν συμπόνοια το κεφάλι μου και το ελαφρύ σου σώμα, εσύ, ιέρεια αγαπημένη από εμένα και την Αφροδίτη, από μεγάληθλίψη καταβεβλημένη, έπεσε, με την θέλησή σου, από τον φάρο, που εκεί βρίσκεται για να θυμάσαι μια αγάπη μεγάλη, γλυκιά και τρυφερή.

ERO E LEANDRO

Non l’Ellesponto lontano mi costrinse l’amore ogni sera a attraversare, ma il Canale di Procida, da Punta della Lingua a Capo Miseno, un paio di miglia, il fondale basso alla Secca di Marsiglia e a quella del Torrione, comunque basso, che quando il mare mugghia, è tutto un vortice, e le navi a picco tra i gorghi. Una triste sera di vento non si congiunsero i corpi, ché un soffio la lucerna spense, solo un soffio dalle tue mani Ero, sacerdotessa e mia sposa. E per me fu notte vera, il buio della morte tra i flutti e sulle sabbie di Miliscola, io esanime io Leandro, il tuo amore. Le tue vesti raccolsero pietosamente il mio capo e il tuo corpo leggiadro, tu sacerdotessa cara a me e a Afrodite, da grande dolore invaso precipitò, per scelta tua, dal faro, che è lì per ricordare un amore grande, dolce e gentile.

Napoli, 15 maggio 2016

(trad. di Grazia Fulciniti)

da Giacomo Garzya, “Delos. Poesie (2015-2019)”, con prefazione di Enzo Santese, Napoli 2020, Iuppiter Edizioni

Δήλος

Και τα δελφίνια σε ζευγάρια χόρεψαν στην επιφάνεια του νερού, βασιλικά όπως ο ναός της θεάς Ίσιδας, με τους αστραφτερούς κίονες από παριανό μάρμαρο. Ο γρανίτης και το μάρμαρο στη Δήλο ήταν κυρίαρχοι και όλα ήταν μια προσευχή στους θεούς, πρώτα στον Απόλλωνα και την Άρτεμη, μετά στον Ερμή και Αφροδίτη, μέχρι τους θεούς της Συρίας και τον θεό των Εβραίων. Ειρηνικά έζησε η Δήλος για πολλούς αιώνες, αλλά ήρθε η μοιραία ημέρα, που Μιθριδάτης βεβήλωσε τα πάντα με σίδερο και φωτιά και οι πέτρες ξανάγιναν πέτρες, αλλά σήμερα μέσα τις παραμένει το πνεύμα των ναών και μπορείς να νιώσεις την ιερά μεγαλοπρεπή οδό που εξακολουθεί να χτυπιέται από τον θεϊκό άνεμο. Η Δήλος, ιερό νησί, όπου κανείς δεν μπορούσε ούτε να γεννηθεί ούτε να πεθάνει.

DELOS

E i delfini a coppie danzarono a fiord’acqua, regali come il tempio alla dea Iside, dalle colonne di marmo pario splendenti. Il granito e il marmo a Delos furono sovrani e tutto voleva essere una sola preghiera agli dei, prima solo Apollo e Artemide, poi Mercurio e Afrodite, fino alle divinità siriache e al dio degli ebrei. In pace visse Delos per molti secoli, ma venne l’infausto giorno, in cui Mitridate profanό tutto col ferro e col fuoco e le pietre tornarono a essere pietre, ma in esse oggi permane lo spirito dei templi e la via sacra maestosa la senti ancora battuta dal vento divino. Delos, l’isola sacra, dove non si poteva nascere, né si poteva morire.

Delos, 31 luglio 2017

(trad. di Grazia Fulciniti)

Ο άνεμος

Οι μύλοι υποτάσσονταν στη δύναμη του ανέμου και ο Δον Κιχώτης δεν μπορούσε να τους πολεμήσει, επειδή δεν ήταν δράκοι, αλλά τόσοι πολλοί άντρες πολλαπλασιασμένοι επί εκατό. Ο αέραςκαταλάγιαζε τη ζέστη και ο ήλιος χτυπούσε λιγότερο, δεν βρισκόμασταν στη Μαντσία, αλλά σε ένα νησί των Κυκλάδων, σε έναν κύκλο σφυροκοπημένο από τον βορειοανατολικό άνεμο σε μια καλοκαιρινή μέρα, όταν οι έρωτες ωριμάζουν σαν στάχυα σιταριού.

IL VENTO

I mulini erano proni alla forza del vento e don Quijote non poteva combatterli, perché non erano draghi, ma tanti uomini moltiplicati per cento. Il vento placava l’arsura e il sole picchiava di meno, non si era nella Mancha, ma in un’isola cicladica, in un cerchio sferzato dal vento di nord-est, in un giorno d’estate, quando gli amori maturano come le spighe di grano.

Mykonos, 1 agosto 2017

(trad. di Grazia Fulciniti)

 

da Giacomo Garzya, “È la vita”, Villanova di Guidonia 2024, Aletti Editore

Το δικό μου LOCUS AMOENUS

Βλέποντάς σε απροσδόκητα, το βέλος του έρωτα στο πλευρό σου ήταν ένα σοβαρό τραύμα που μου έκανε να χάσω την πραγματικότητα, τη λογική, δεν μπορώ πια να επιβιώσω, τόσο που θα ήθελα να σε δω ξανά, ω γυμνή σύγχρονη Άρτεμις, να λούζεσαι στοΜελιδόνι, η μικρή μου μαγευτική ακτή, ακριβώς απέναντι από το Αυγό, όπου γεννήθηκε η Αφροδίτη, εσύ μεταμορφωμένη στο μυαλό μου, το αγγελικό πρόσωπο, το τέλειο στήθος στα νερά του μύθου, το πορφυρό κοκκίνισμα στο βλέμμα μου, όπως όταν ο ήλιος χτυπά τα λευκά σύννεφα, και αν μια μέρα επιστρέψεις σε εκείνη τη μαγεία για να χαιρετήσεις τα λείψανά μου, γιατί εκεί θα ήθελα τον τάφο μου από άμμο, θα έχεις συμπόνια για μένα, που δεν σε είχα και πέθανα, και, στη μνήμη μου, θα αφήσεις μια λευκή ορχιδέα, αυτή που ανθίζει τη Μεγάλη Παρασκευή.

Il MIO LOCUS AMOENUS

Nel vederti inattesa, la tua freccia d’amore nel costato fu grave ferita da perder la realtà, il senno, da non poter più sopravvivere senza il tuo ricordo, così che vorrei vederti di nuovo, ignuda Diana moderna, bagnarti a Melidoni, la mia piccola baia incantata, proprio di fronte all’Uovo, dove nacque Afrodite, tu trasfigurata nella mia mente, il volto angelico, il seno perfetto tra le acque del mito, il rossore purpureo alla mia vista, come quando il sole colpisce le bianche nubi, e se un giorno tu tornassi in quell’incanto a salutare le mie spoglie, perché è lì che vorrei il mio tumulo di sabbia, nutrirai compassione per me, che non ti ebbi e ne morii e, in mio ricordo, lascerai un’orchidea bianca, quella che fiorisce il Venerdì Santo.

Trieste, 7 aprile 2023

(trad. di Grazia Fulciniti)

Αρέθουσα

Της ημέρας που γεννιέται, τα πρώτα φώτα μου είναι πιο αγαπητά, έχουν το χρυσάφι στο στόμα του χαμόγελού σου, Αρέθουσα, στην Άρτεμη αφιερωμένη ανοιχτά μαλλιά, χρυσά σαν το σέλας σήμερα, ένας καθαρός, αγνός ουρανός, όπως το γλυκό νερό σου, που πηγάζει στην Ορτίγια και ενώνεται με εκείνο του αγαπημένου σου Αλφειού. Εσύ πηγή της χαράς μου, καρποφόρα της αιώνας αγάπης, στο τραγούδι τόσων ποιητών που κοσμούν το όνομά σου.

ARETUSA

Del giorno nascente, le prime luci sono a me più care, hanno l’oro in bocca del tuo sorriso, o Aretusa, a Artemide devota, i capelli chiari, dorati, come l’aurora oggi, un cielo terso, puro, come l’acqua tua dolce, che sgorga a Ortigia e si congiunge con quella dell’amato Alfeo. Tu fonte della mia gioia, feconda d’amore perenne, nel canto di tanti poeti a ornare il tuo nome.

Trieste, 25 aprile 2023 – Siracusa, 22 agosto 2024

(trad. di Grazia Fulciniti)

 

 

 

 

 

Lascia un commento

Il tuo indirizzo email non sarà pubblicato. I campi obbligatori sono contrassegnati *